ρεφραίν

ρεφραίν
το, Ν
άκλ. βλ. ρεφρέν.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • ακροτελεύτιο — το (Α ἀκροτελεύτιον) το περιοδικά επαναλαμβανόμενο μέρος άσματος, επωδός, «ρεφραίν» μσν. εφύμνιον, ακρόστιχον αρχ. το τελευταίο μέρος, η παρυφή κάθε πράγματος και κυρίως το τέλος ποιήματος ή στίχου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο (Ι) + τελευτή] …   Dictionary of Greek

  • επωδή — η (AM ἐπωδή Α και ἐπαοιδή) μαγική ωδή, ξόρκι, μαγγανεία («τά λυτήρια όλων τών μαγγανειών καί τών επωδών», Παπαδ.) αρχ. 1. μαγεία για κάτι ή εναντίον κάποιου («τούτων ἐπωδάς οὐκ ἐποίησεν πατήρ», Αισχύλ.) 2. ευχάριστο τραγούδι 3. ἐπῳδὸς άσματος.… …   Dictionary of Greek

  • μοτίβο — το άκλ. 1. μουσ. μικρή χαρακτηριστική μελωδική ή αρμονική ή ρυθμική μουσική ιδέα, που αναπαράγεται και παραλλάσσεται κατά τη διάρκεια μιας σύνθεσης 2. (καλ. τεχν.) επαναλαμβανόμενο, συνήθως, διακοσμητικό στοιχείο σε μια σύνθεση 3. αιτία, κίνητρο …   Dictionary of Greek

  • ποτ-πουρί — το, Ν 1. μουσ. α) σειρά από μελωδίες παρμένες από όπερες ή οπερέτες συνδεδεμένες μεταξύ τους κατά τρόπο αυθαίρετο β) σειρά από κουπλέ ή ρεφραίν παρμένα από διαφορετικά τραγούδια 2. μτφ. συνονθύλευμα, σύνολο από ποικιλόμορφα πράγματα. [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

  • ρεφρέν — και ρεφραίν, το, Ν άκλ. 1. το ύστερα από μία ή περισσότερες στροφές επαναλαμβανόμενο μέρος ποιήματος ή τραγουδιού, η επωδός 2. μτφ. καθετί που επαναλαμβάνεται στερεότυπα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. refrain < ρ. refraindre «τσακίζω»] …   Dictionary of Greek

  • ροντό — Μουσική μορφή που χαρακτηρίζεται από την περιοδική επανάληψη μιας πλήρους αυτόνομης φράσης. Εμφανίζεται στη Γαλλία ήδη κατά τον Μεσαίωνα (rondeau) ως σύνθεση ποιητική, που τραγουδιέται και χορεύεται σε δυο εναλλασσόμενα θέματα (couplet = μονωδία… …   Dictionary of Greek

  • ρόντο — Μουσική μορφή που χαρακτηρίζεται από την περιοδική επανάληψη μιας πλήρους αυτόνομης φράσης. Εμφανίζεται στη Γαλλία ήδη κατά τον Μεσαίωνα (rondeau) ως σύνθεση ποιητική, που τραγουδιέται και χορεύεται σε δυο εναλλασσόμενα θέματα (couplet = μονωδία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”